Χαμένοι σε αλγορίθμους: Θρυμματισμένοι νέοι και εθισμένοι ενήλικες (Γράφει ο Αργύρης Σακαλής)

Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει αυξανόμενη συζήτηση για την επίδραση των λεγόμενων «αλγορίθμων» σε διάφορους τομείς της ζωή μας. Πρακτικά, πρόκειται για αυτοματοποιημένα συστήματα που προτείνουν τι είναι αυτό που θα ήθελε να δει ένας χρήστης μιας πλατφόρμας περιεχομένου ή κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. YouTube, Instagram, TikTok κλπ), αν και αυτά τα συστήματα έχουν αρκετές εφαρμογές και εκτός αυτών. Το ζήτημα που προκύπτει είναι πως αυτή η συνεχιζόμενη κατανάλωση περιεχομένου ασκεί μεγάλη επιρροή στους χρήστες, περαν μιας πρόσκαιρης απασχόλησης.

Έχουν γραφτεί πολλά σχετικά με την αρνητική επιρροή των αλγορίθμων πάνω στην συμπεριφορά των ανθρώπων. Καταρχάς, ακόμα και στην απλούστερη χρήση τους, τείνουν να δημιουργούν εθιστικές συμπεριφορές – η μόνιμη ανάγκη «να δω τι συμβαίνει» κάθε ώρα και στιγμή, όπου και αν βρίσκεται κανείς. Στην πιο έντονη υπερκατανάλωση τους, το πλήρως εξατομικευμένο περιεχόμενο οδηγεί στην δημιουργία επίπλαστων πραγματικοτήτων, αφού σε αυτήν την ακραία εκδοχή ο χρήστης καταναλώνει αποκλειστικά και μόνο περιεχόμενο που ενισχύει συγκεκριμένες του απόψεις ή προτιμήσεις – και αγνοεί οτιδήποτε άλλο πιθανά συμβαίνει στο κόσμο γύρω του.

Εκ πρώτης όψεως, όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν σχετικά ανώδυνα – τι κακό άλλωστε μπορεί να προκαλέσει κάποιος που απλά είναι χαμένος σε μια κατανάλωση ψηφιακού περιεχομένου; Δυστυχώς, υπάρχουν πλέον αρκετά παραδείγματα ανθρώπων που «ριζοσπαστικοποιήθηκαν» μέσω της υπερκατανάλωσης τέτοιου περιεχομένου – και αυτό καθόρισε ακραίες πράξεις τους. Για συντομία, αρκούν δυο πρόσφατα παραδείγματα: η δολοφονία γνωστού υπερσυντηρητικού ακτιβιστή στις ΗΠΑ, και η – βασισμένη σε πραγματικές ιστορίες – πολυβραβευμένη τηλεοπτική σειρά που εξιστορεί περιστατικό παιδικής ανθρωποκτονίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, και έγινε παγκοσμίως γνωστή μέσω ψηφιακής πλατφόρμας (Charlie Kirk, Adolescence).

Στην πρώτη περίπτωση, όλα δείχνουν ότι ένας νεαρός άντρας σχεδίασε και εκτέλεσε την δολοφονία του ακτιβιστή διότι αυτός «έσπερνε μίσος» και «ήταν κακός». Και ενώ αρκετοί βιάστηκαν να αποδώσουν συγκεκριμένα ιδεολογικά χαρακτηριστικά στον φερόμενο δράστη, τα αλλοπρόσαλλα μηνύματα που αυτός υποτίθεται πως έχει σκαλίσει πάνω σε κάλυκες είχαν αναφορές σε βιντεοπαιχνίδια και “memes” από μέρη του βαθέως internet – κάτι που έφερε σύγχυση σε διάφορους αναλυτές που αδυνατούν να κατανοήσουν την έλλειψη ιδεολογικών αναφορών σε κάτι που τυπικά βρίθει ιδεολογικών καταβολών – π.χ. «σκότωσα τον κακό εχθρό». Κοιτώντας κάπως καλύτερα, μπορεί κάποιος να διακρίνει πως πρόκειται για περίπτωση νεαρού άντρα με υπέρμετρη κατανάλωση ψηφιακού περιεχομένου, η οποία τον έχει καταστήσει κυνικό και μηδενιστή – με αίσθηση του χιούμορ το οποίο αντανακλά αυτή την προσέγγιση («αν το διαβάζεις αυτό, είσαι γκέϊ χαχα»).

Στη δεύτερη περίπτωση, η τηλεοπτική σειρά επικεντρώνεται σε ένα φόνο μαθήτριας σε σχολείο της Μεγάλης Βρετανίας, από ένα συμμαθητή της. Η σειρα αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο έχει μεταβληθεί η κοινωνικοποίηση των εφήβων σε σχέση με παλιότερα, και γίνεται πλεον με όρους που είναι σχεδόν ακατανόητοι για τους ενήλικες – π.χ. «αφού σου έκανε καρδούλα αυτό δεν σημαίνει πως σε συμπαθεί;». Οι κώδικες επικοινωνίας και κοινωνικού αποκλεισμού έχουν μεταβληθεί μέσω της ψηφιακής φύσης που πλεον έχει αναλάβει πρωταρχικό ρόλο σε αυτές τις διαδικασίες πρωτογενούς κοινωνικοποίησης, οδηγώντας φαινομενικά «ήπια παιδιά» σε ακραίες πράξεις. Η ματαιόπονη τους απόπειρα να καταλάβουν πως «πρέπει να συμπεριφέρεσαι σαν άντρας», τα κατευθύνει σε παρακλάδια του internet τα οποία αποτελούν ένα παράλληλο οικοσύστημα, στο οποίο έφηβοι και νεότεροι άνδρες βρίσκουν καταφύγιο ενάντια στο κυρίαρχο σύστημα το οποίο αισθάνονται πως «βρίσκεται πάντα ενάντια τους».

Αυτά τα παραδείγματα, είναι σε μεγάλο βαθμό ιστορίες ψηφιακής «ριζοσπαστικοποίησης» νεαρών αγοριών ή νέων ανδρών. Και στις δυο περιπτώσεις, οι δράστες απορρόφησαν τεράστιες ποσότητες ψηφιακού περιεχομένου που τους εγκλώβισε σε μια εναλλακτική πραγματικότητα, και μόνη τους διέξοδος έγινε μια στιγμιαία έκρηξη βίας στην χείριστη της μορφή – δολοφονία, μελετημένη ή χαοτική.

Στις σύγχρονες κοινωνίες, πάντα υπήρχε ο κίνδυνος τα άτομα που ένιωθαν ότι δεν μπορούσαν να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο να προβούν σε ακραίες πράξεις – υπάρχει σωρεία αντίστοιχων παραδειγμάτων και πριν την έλευση του διαδικτύου. Ωστόσο, η απόσταση μεταξύ όσων θεωρούνται «αποδεκτά από τον μέσο άνθρωπο» και όσων ανήκουν σε εντελώς διαφορετικές σφαίρες επιρροής έχει γιγαντωθεί. Ουσιαστικά αυτοί οι παράλληλοι ψηφιακοί μικρόκοσμοι του καθενός έχουν τόσα πολλά παρακλάδια που είναι σχεδόν αδύνατον να τα παρακολουθήσουν όσοι δεν έχουν μεγαλώσει μέσα αυτούς – όπως κάποιοι από τους νέους κάτω των 30 και η συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών εφήβων.

Σε αυτόν τον «γενναίο νέο κόσμο», σχεδόν τα πάντα θεωρούνται παιχνίδια μηδενικού αθροίσματος – οι σχέσεις, η δουλειά, η πολιτική, η επικράτηση ενάντια στον άλλον – συνεπώς δεν υπάρχει χώρος για κατανόηση, παρα μόνο σύγκρουση. Σε αυτή τη κατάσταση ενός άτυπου «πολέμου όλων ενάντια σε όλους και όλα», είναι αυξανόμενα συχνότερο να παγιώνεται σε πολλούς η αντίληψη ότι «όλα είναι ίδια» και «τίποτα δεν έχει σημασία, αφού δεν υπάρχει μέλλον».

Στην υπερβατική της εκδοχή, αυτή η αντίληψη οδηγεί στο συμπέρασμα πως «αν όλα είναι ίδια τότε, μόνη αξία έχει το χάος» οπότε ο μόνος τρόπος να νιώσεις ζωντανός είναι να προκαλέσεις μεγαλύτερο χάος – μια τυφλή επανάσταση ενάντια σε οτιδήποτε «σου χαλάει τη ζωή». Τέτοιες μηδενιστικές προσεγγίσεις ενυπήρχαν σε διαφορετικές μορφές μέσα στην κοσμοαντίληψη και προηγούμενων γενιών. Η κρίσιμη διαφορά – που δικαιολογημένα προκαλεί ανησυχία – είναι πως η ταχύτητα των αλλαγών έχει πλέον φτάσει σε σημείο μη επιστροφής, κοινώς οι αντιλήψεις διαμορφώνονται μέσω του ψηφιακού τρόπου επικοινωνίας και κατανάλωσης εξαιρετικά γρήγορα και διαμέσου του «μαύρου κουτιού» των αλγορίθμων.

Απέναντι σε δυσοίωνες προβλέψεις για ένα μέλλον στο οποίο κανείς δεν θα μπορεί να αποφασίσει τι είναι αληθινό ή σημαντικό, η μόνη μορφή αντίστασης που ίσως μας χαρίσει λίγα χρόνια πριν το τέλος της ιστορίας είναι η αντιμετώπιση των αλγορίθμων σαν μια ακόμα μορφή εθισμού – με απαγορεύσεις και κανονιστικό πλαίσιο γύρω από την ασταμάτητη κατανάλωση τους. Ίσως να έχουμε ήδη διαβεί τον Ρουβίκωνα – όμως η μόνη μας επιλογή είναι πράξουμε ακόμα και όταν πιθανά είναι ήδη αργά.

Ο Αργύρης Σακαλής έχει σπουδάσει Οικονομικά
Και είναι ερευνητής στο Durham University

Προηγούμενο Άρθρο

Η Αναστασιάδου υποκλίθηκε στον Ντούσκο: «Αξίζει 50 χρυσά μετάλλια»

Επόμενο Άρθρο

Με μεγάλη επιτυχία διεξήχθη στη λίμνη της Καστοριάς ο 4ος Διασυλλογικός Αγώνας Αλιείας Κυπρίνου (φωτογραφίες)

Τελευταία από ΑΠΟΨΕΙΣ