Καρτελ: Ένα πρόβλημα για κάθε μας λύση (Γράφει ο Αργύρης Σακαλής)

/

Έχει γίνει πλέον τετριμμένο να μιλάμε για την «Ελλάδα των καρτέλ». Η μόνιμη επωδός κατακεραυνώνει τα «ολιγοπώλια και μονοπώλια που διαφευντεύουν τις ζωές μας και κερδοσκοπούν πάνω στα βασικά αγαθά». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, παλιότερη απόφαση της επιτροπής ανταγωνισμού – σχετικά με την αγορά του ξενόγλωσσου βιβλίου – έγινε μήλον της έριδος πρόσφατης υφυπουργοποίησης 24 ωρών.

Όπως σε πάμπολλα ζητήματα, αναλωνόμαστε πρωταρχικά σε ηθικολογικές αναλύσεις των προβλημάτων μας, αντί να αναζητούμε λύσεις. Επικεντρωνόμαστε σε συγκεκριμένες αγορές που έχουν τη τάση να «αντέχουν» λίγες επιχειρήσεις, λόγω της φύσης των αγαθών ή των υπηρεσιών τους, και προεξοφλούμε την ύπαρξη παράνομων πρακτικών. Εν συνεχεία, για κάθε περίπτωση που μας «είναι ξεκάθαρο» ότι κάποιος κερδοσκοπεί, με βεβαιότητα συνάγουμε το συμπέρασμα ότι αυτό συμβαίνει γιατί «κάποιος τους αφήνει να βγάζουν υπερκέρδη πάνω μας».

Παράνομες πρακτικές που να πληρούν τον ορισμό του καρτέλ, είναι μάλλον αδύνατο να αποδειχθούν με πρόχειρες συγκρίσεις τιμών από νεόκοπους παραγωγούς διαδικτυακού περιεχομένου. Ίσως σε μερικούς να φαντάζει απλό, όμως στην πράξη είναι συχνά δύσκολο να διαχωρίσουμε μεταξύ παράνομης συμπαιγνίας και ανταγωνισμού – ιδιαίτερα π.χ. σε περιπτώσεις που μια συντονισμένη μείωση των τιμών γίνεται για να αποκλειστούν εξωτερικοί ανταγωνιστές από το να εισέλθουν σε μια αγορά. Παράλληλα, ο σχηματισμός καρτέλ δεν απαιτεί την συμμετοχή όλων των επιχειρήσεων μιας αγοράς – αυξάνοντας την δυσκολία διαχωρισμού μεταξύ όσων πιθανά συμμετέχουν σε αυτό και των υπολοίπων.

 Η διεθνής βιβλιογραφία  για την απόδειξη ύπαρξης καρτέλ μπορεί να χωριστεί σε δυο γενικές κατηγορίες: α) τη κατασκευή οικονομικών αναλύσεων που αποδεικνύουν αθέμιτες πρακτικές και β) την εξεύρεση κάποιου άμεσα εμπλεκόμενου, συνήθως ως στέλεχος μιας επιχείρησης, που συνεργάζεται με τις κρατικές αρχές παρέχοντας αποδείξεις μιας παράνομης συνεννόησης ή συμπαιγνίας. Αν και η δεύτερη μέθοδος φαίνεται να παρέχει αποτελεσματικότερα και ταχύτερα το χειροπιαστό υλικό που απαιτεί μια καταδικαστική απόφαση, σε γενικές γραμμές τείνει να γίνεται σπανιότερα. Αντί λοιπόν να επαφιόμαστε στην ηθική ικανοποίηση που θα επιφέρει μια τέτοια ενέργεια στα άμεσα εμπλεκόμενα στελέχη, ίσως είναι καλύτερο να κατανοήσουμε τους παράγοντες που εμπεριέχονται στη πρώτη μέθοδο.

Η κατασκευή αναλυτικών οικονομικών στοιχείων που να αποδεικνύουν την ύπαρξη καρτέλ, είναι μια χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί δεξιότητες ανάλυσης δεδομένων, σε όσο το δυνατόν ακριβέστερη βάση, από ομάδες ερευνητών. Ο στόχος τους είναι να τεκμηριώσουν συμπαιγνία,  βασισμένη γύρω από τα ακόλουθα ερωτήματα:  1) Είναι η συμπεριφορά των επιχειρήσεων ασύμβατη με τον ανταγωνισμό; 2) Υπάρχει κάποια διαρθρωτική μεταβολή (structural break) στη συμπεριφορά μετά από κάποιο γεγονός ή μέσα στον χρόνο; 3) Διαφέρει η συμπεριφορά των ύποπτων για συμπαιγνία επιχειρήσεων από εκείνη των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων; 4) Ταιριάζει ένα μοντέλο συμπαιγνίας στα δεδομένα καλύτερα από ένα ανταγωνιστικό μοντέλο;

Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι εύκολο να απαντώνται κάθε ώρα και στιγμή για κάθε κλάδο μιας οικονομίας. Αν κάποιος συνειδητά πιστεύει ότι η επιτροπή ανταγωνισμού αποφεύγει να αποδείξει την ύπαρξη καρτέλ (π.χ. λόγω ενδημικής διαφθοράς ή πολιτικών πιέσεων) θα ήταν ενδεχομένως χρήσιμο να προσπαθήσει να αναλύσει δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις μιας οποιασδήποτε μεσαίας ή μεγάλης επιχείρησης και να πολλαπλασιάσει τον χρόνο που χρειάστηκε με το μέσο αριθμό των επιχειρήσεων ενός μόνο κλάδου, έτσι ώστε πιθανά να αντιληφθεί την συνθετότητα του προβλήματος. Σε αυτή την απόπειρα, θα ήταν ίσως επίσης χρήσιμη και η διαπίστωση ότι οι πρακτικές αισχροκέρδειας – που δεν αποτελούν προϊόν συμπαιγνίας ή κατάχρησης δεσπόσουζας θέσεως μιας επιχείρησης – δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της επιτροπής ανταγωνισμού αλλά επαφίονται σε κανόνες προστασίας του καταναλωτή, όπως αυτοί εφαρμόζονται από τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή.

Συνοψίζοντας, σε μια χώρα με πλούσια ορθόδοξη παράδοση, ίσως μας αρκεί η επίκληση στην ηθική κατωτερότητα όσων πιστεύουμε ότι μας εκμεταλλεύονται. Η ανερμάτιστη κατασκευή σκοτεινών συμφερόντων που κερδοσκοπούν μέσω της υιοθέτησης παράνομων πρακτικών, καθιστά δημόσιες συζητήσεις για τη βελτίωση του ανταγωνισμού – και την ομαλή λειτουργία της εκάστοτε αγοράς – ατελέσφορες, αφού συνήθως τις εγκλωβίζουν σε πολωτικά διλήμματα μεταξύ «καρτέλ και λαού». Αυτή η ρητορική πιθανά προσφέρει πόντους σε φερέλπιδες δημοσιολογούντες, δυστυχώς όμως δεν βελτιώνει κανένα από αυτά τα ζητήματα.

Ο Αργύρης Σακαλής έχει σπουδάσει Οικονομικά
Και είναι ερευνητής στο Durham University

Προηγούμενο Άρθρο

Εθιμοτυπική επίσκεψη του νέου Διοικητή της 1ης ΣΤΡΑΤΙΑΣ/EU-OHQ στον Αντιπεριφερειάρχη Καστοριάς

Επόμενο Άρθρο

Κακοκαιρία: Σοβαρές ζημιές στην Πάρο, 100 χιλιοστά βροχής έπεσαν στη Μύκονο – Τι προκάλεσε τα προβλήματα

Τελευταία από ΑΠΟΨΕΙΣ