Στο σπιτικό του κυρ Μανιού και στην ευρύχωρη αυλή του λίγες μέρες πριν την τρανή Απουκρά οι προετοιμασίες είχαν ήδη ξεκινήσει από μικρούς και νοικοκυραίους για τη γιορτή που πλησίαζε.
Αρχές του Μάρτη στα 1955.
Τα παιδιά της γειτονιάς με τον κυρ Μανιό καραβοκύρη μπήκανε στο καράβι από τη μεριά του Καρανά κι έφτασαν ως την Πέτρα. Μόλις εκείνο ζγκάλωσε βγήκαν στην όχθη, πάτησαν στη γη, μαζεύοντας τα πρώτα καλάμια απείραχτα από την υγρασία και ύστερα τα πρώτα ξερόκλαδα και τα τσάκανα που χρειάζονταν για την μπουμπούνα του μαχαλά τους. Είχαν τσουβάλια μαζί τους που φορτώθηκαν στο καράβι για να φτάσουν ως το σπίτι του κυρ Μανιού για να αποθηκευτούν. Αυτό γίνονταν από τότε που οι γιοί του γείτονά τους είχαν φύγει για τη Νέα Υόρκη. ΄Ετσι ο κυρ Μανιός παρηγοριούνταν με τα νέα βλαστάρια βοηθώντας τα κάθε φορά παραμονή Αποκριάς.
Η κυρά του πάλι, η Αγάπη τοιμάζονταν να σφάξει τις κότες και να βγάλει την αρμιά που είχε στο κατώϊ, τα λουκάνικα, τα υλικά για τον σιμιγδαλένιο χαλβά, τα ξασπρισμένα μύγδαλα τα δε αυγά για τον χάσκαρη τα είχε ήδη έτοιμα.
Κάθε χρόνο περίμενε τις κόρες της με τις οικογένειές τους και τα συμπεθέρια για να απουκρέψουν.
Η Καστοριά στα 1955 είχε σπίτια που ζεσταίνονταν με τα καυσόξυλα που έφταναν από τις γύρω περιοχές φορτωμένα ακόμη και στα γαϊδουράκια όταν γίνονταν το παζάρι της Δευτέρας. Η πόλη είχε αρκετούς εξώφουρνους, μπακάλικα, γαλατάδικα, κεντρικά εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία στην κάτω αγορά.
Κυριακή της Αποκριάς.
Οι νοικοκυρές μαγείρευαν από την προηγούμενη για να φτάσουν στις εκκλησιές και να μην έχουν το νου τους στις φροντίδες του φαγητού. Το τραπέζι της οικογένειας γέμιζε με τα καλά που είχε λογαριάσει η κυρά Αγάπη, μαζί με τις πίτες – αρμιόπιτα και γλυκιά – φερμένες από τις κόρες της. Τα οικογενειακά ανταμώματα μαζί με το κρασάκι από τ΄ αμπέλι δένανε ευχάριστα τους σπιτικούς μαζί με τα νεαρά παρακλάδια. Οι αγκαλιές , τα φιλιά, η τρυφερότητα προς τα εγγόνια , όλα μαζί μοιάζανε με τα φυλαχτά που προστατεύουν από το κακό, τη ζήλια, τη μικροψυχία και δίνουν ζεστασιά στο είναι μας, μας βαστούν όρθιους, χαρούμενους, γεμάτους συναισθήματα.
Κατά το σούρουπο όλοι ξαναντάμωναν στην μπουμπούνα του μαχαλά τους, στη γειτονιά της τούμπας, μαζί όλα τα μικρά από το Μπακαράδικο, το Μαλεγκανάδικο, του Φράγκου, το Αντρίκου και άλλους.
Τα πρώτα ξερόκλαδα και τα δαδιά δίνανε αμέσως φωτιά, οι σπίθες και οι φλόγες φωτίζανε το γύρο χώρο, μέχρι την εκκλησιά του ΄Αη Γιώργη της Λιμπάνιας έλαμπαν τα πρόσωπα, ζεσταίνονταν τα χέρια μέσα στο κρύο της βραδιάς, κι όταν η ζιάρη απέμενε στο έδαφος τότε άρχιζαν να πηδούν από πάνω της μικροί, τρανοί και να λένε «καίω τους οχτρούς», «καίω τους ψύλλους», «διώχνω τα φίδια». Σύντομα στη θέση αυτή απέμενε μόνον η στάχτη κι έτσι, όλοι γύριζαν στα σπίτια τους για τον χάσκαρη. Η κυρά Αγάπη έδενε στον κλώστη με άσπρο ράμα το πρώτο το βρασμένο αυγό, στην άλλη μεριά της κλωστής, απαλλαγμένο από το τσόφλι του κι ο κυρ Μανιός τότε άρχιζε από τους τρανούς να το προσφέρει στους καλεσμένους. ΄Ολοι με το στόμα ανοιχτό καρτερούσαν να το αρπάξουν αλλά το αυγό γλιστρούσε και δεν μπορούσαν να το χάψουν εύκολα. Γέμιζε το χειμωνιάτικο δωμάτιο με τις κόκκινες γιάμπουλες από τα γέλια των μικρών και μεγάλων, τρανταχτά τσιρίγματα, καρκανίσματα ακούγονταν, νόμιζες ότι ταρακουνούσαν το δωμάτιο. ΄Ετσι ο χάσκαρης γύριζε από στόμα σε στόμα κι όποιος- μα τρανός μα μικρός- έπαιρνε μέρος στο παιχνίδι χαίρονταν με το κέφι και το γέλιο μέχρι δακρύων…
-΄Αϊντε και του χρόνου να γιορτάσουμε με υγεία και χαρά λέγανε οι μεγάλοι. Το βράδυ αυτό τα στόματα σύμφωνα με τους κανόνες του εθίμου και της πίστης «έκλειναν» για όλες τις μέρες της Σαρακοστής κι «άνοιγαν» πάλι τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου, με το μήνυμα της Ανάστασης στην εκκλησία.
Προτού φύγουν από το γιορταστικό τραπέζι το δεκάχρονο εγγονάκι, ο Μάρκος, ο κλαός μαθητής και ξεχωριστός στο σόϊ σηκώθηκε και είπε τα παρακάτω λόγια με την παιδική γλυκιά φωνή του…
-Ο δάσκαλός μας στην τάξη μας μίλησε για την Αποκριά και μας εξήγησε πως η γιορτή αυτή σημαίνει ότι δεν τρώγω κρέας και βγαίνει από την παλιά ονομασία Απόκρεω. Μας είπε ακόμα ότι οι καθολικοί έχουνε τις λέξεις κάρνα και βάλε που μεταφράζονται ίδια όπως στη δική μας γλώσσα. Αυτοί τότε γίνονται καρναβάλια στα μέρη τους.
-Μπα , μπα, μπα απόρησαν όλοι, ενώ ο μικρός σοφός συνέχισε…
-Μας είπε ακόμη ο δάσκαλος ότι στα πολύ παλιά χρόνια όταν οι άνθρωποι μπόρεσαν να κρατήσουν τη φωτιά άσβεστη καλυτέρεψαν τη ζωή τους και ότι στην αρχαιότητα οι θεοί, όπως ο ΄Ηφαιστος, η Εστία και ο μυθικός Προμηθέας εκπροσωπούσαν τη λατρεία της φωτιάς, κι ότι η μπουμπούνα μας προέρχεται από εκεί.
΄Όταν έρχονταν η ώρα φεύγανε σιγά- σιγά όλοι τους για τα σπιτικά τους, καθώς έπεφτε πυκνό χιόνι και σκέπαζε δρόμους, δρομάκια κι έσβηνε τη ζιάρη που ίσως απέμενε εκεί σε κάθε μαχαλά όπου οι γείτονες είχαν στήσει τις μπουμπούνες τους κι όπως έδειχναν τα πράγματα το έθιμο αυτό στηρίζονταν αποκλειστικά στην πρωτοβουλία της κάθε γειτονιάς. Κάνανε μια σπουδαία προετοιμασία και έστηναν κάθε φορά την φωτιά με τον κόπο τους μικροί και μεγάλοι με μεζέδες χαλβά και άλλα κεραστικά.
Τα χρόνια εκείνα σύμφωνα με την τοπική εφημερίδα «ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ» η καθημερινή ζωή διανθίζονταν κι από τα νέα της πόλης.
- Ο γυμνασιάρχης κ. Πηχεών σε διάλεξή του αναφέρθηκε στην μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη ο οποίος πρωτοστάτησε στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα.
- Υπήρξε επίσης ένα σημαντικό δημοσίευμα μεταφρασμένο στα ελληνικά, του Γάλλου Αρχαιολόγου Pierre Bonffard ο οποίος αναφέρθηκε στο θέμα με τίτλο «Η Καστοριά Βυζαντινό Κέντρο της Μακεδονίας»
- Ελήφθη η απόφαση της Μητρόπολης να ιδρύσει παιδικό σταθμό για τα άπορα παιδιά των καταφυγόντων.
- Λόγω των λίγων ξενοδοχείων που υπήρχαν τότε , οι αρμόδιοι ζήτησαν από τους νοικοκυραίους να προσφέρουν δωμάτια για φιλοξενία Αθηναίων και όχι μόνον σε περίπτωση που εκείνα ήταν πλήρη.
- Το πρακτορείο του Κ.Γ. ΔΟΥΚΑ στην οδό Νίκης- Θεσσαλονίκη ενημέρωνε τους μετανάστες που ενδιαφέρονταν για να εργασθούν στη Νότιο Αμερική – Βόρειο Αμερική (Η.Π.Α. και Καναδά) και Αυστραλία, να επικοινωνήσουν μαζί τους δι αλληλογραφίας στέλνοντας μέσα στο φάκελο και ένα χαρτονόμισμα των πέντε δραχμών.
Με δύο χαρούμενα κοινωνικά νέα, το γάμο του Νίκου Βέργου με την Βενετούλα Τακαντζά και την κ. Ρία Ανδρίκου που γέννησε κορούλα έκλεισε η περίοδος της καλοφαγίας και συνεχίστηκε με την περίοδο της Σαρακοστής που για τις γυναίκες ήταν πάντα πιο φυσικό να τηρούν τη νηστεία.
Μαρούλα Βέργου Γκαμπέση
(Η φωτο – Μπουμπούνα στο Ντολτσό – , από το φωτογραφικό λεύκωμα του αείμνηστου συμπολίτη μας Τάκη Ζιώγα: «Καστοριά ΑΝΘΡΩΠΟΙ-ΛΙΜΝΗ-ΤΟΠΙΟ»)