Επιμέλεια: Μαρούλα Βέργου – Γκεμπέση
Αρκετές γιορτές συνδέονται στην Καστοριά, όπως και σε πολλά χωριά, με ορισμένα έθιμα. Έτσι η πρωτοχρονιά συνδέεται με τη βασιλόπιτα και τα Αηβασιλιάτικα κάλαντα, η γιορτή του Προδρόμου με τα ραγκουτσάρια, οι απουκρές με τις μπουμπούνες και το χάσκαρη, το Πάσχα με τη ροδάνη, οι Αηθόδουροι με τα κόλυβα, που φανερώνουν τις μελλοντικές νύφες και τους γαμπρούς…
Επίσης η γιορτή του Λαζάρου σχετίζεται με τις «Λαζαρίνες» και τα Λαζαρινά κόλιεντα, η γιορτή της Ανάληψης με το παναΰρι του «Νησιού», ο Αηγιώργης με το «ζύγιασμα», η πρωτομαγιά με το τραγάνισμα του σκόρδου τις πρωϊνές ώρες για να μή μας «τσακίσει» ο κούκος, τα Γενέθλια του Ιωάννου του Προδρόμου με τον «Κλήδονα», η γιορτή της Αγίας Αικατερίνης με τις «πιτουλίτσες», της Αγίας Βαρβάρας με τις λαλαγκίδες κ.λ.π.
Τον Αηγιώργη λοιπόν έπρεπε οι Καστοριανοί να ζυγιαστούν, να δούν το βάρος τους, όχι φυσικά για να κανόνιζαν τη δίαιτά τους και και να διατηρήσουν τη σιλουέτα τους, όπως παρατηρείται σήμερα, μα απλά και μόνο για να ξέρουν πόσες οκάδες ζύγιαζαν. Το ζύγιασμα το αναλάμβανε κάποιος από τους μεγάλους του σπιτιού, ή ένας της γειτονιάς ο πιό ειδικός για όλους τους κουμσήδες. Ετσι στη γειτονιά, στους Αγιανάργυρους, με το μεγάλο πιλιβόρι (περίβολος της Εκκλησίας) στην αρχή του δρόμου για τη «Ζαχάραινα», στα χρόνια της δεκαετίας του 1920, το ζύγιασμα το είχε αναλάβει ο Ζαχαριάς, ο παππούς του σημερινού προέδρου της «ΟΜΟΝΟΙΑΣ» Νέας Υόρκης Γιώργου Σέρρες, ένας δραστήριος μεσήλικας γεροδεμένος, πολύποιρος καραβοκύρης, καλός ψαράς και τέλειος οικογενειάρχης.
Για το ζύγιαμα ο κυρ – Γιώργης του Ζαχαριά έδενε ένα χοντρό σχοινί πότε στο χαγιάτι από καμιά γκρεντιά και πότε στο μπαξιέ από κανένα γερό κλωνάρι κάποιου δέντρου. Από το σχοινί κρεμνούσε το καντάρι κι έπειτα σκάλωνε τους δυό γάντζους στις αλυσίδες κάμνοντας τις θηλιές, κι έλεγε στον κουμσή ν’ αποκρεμαστεί με τις μασχάλες των χεριών του. Τότε ο κυρ – Γιώργης πήγαινε το «τόπι» δεξιά – αριστερά, ώσπου να ισσοροπήσει, έβαζε τον αντίχειρά του εκεί που ήταν το άγκιστρο από το τόπι, κι έλεγε το βάρος σε οκάδες και…δράμια!
Στο σημείο αυτό πρόσεχε πολύ, να μη του φύγει το τόπι και πέσει πάνω στο πόδι του ή στο πόδι κανενός άλλου, που παρακολουθούσε το ζύγιασμα, γιατί μπορούσε να «ντρουμπουλιάσει» τα δάχτυλα του ποδαριού. Τώρα θα γεννηθεί το ερώτημα τί χέση έχει ο Αγιώργης με το ζύγιασμα. Σε κανένα γραπτό κείμενο δεν δίνεται κάποια ερμηνεία, αλλά κι ούτε η προφορική παράδοση δίνει καμιά πληροφορία. Οπως όμως αναφέρει η κ. Κακούρη στο βιβλίο της «ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ» τα λαογραφικά στοιχεία μόνο περιγράφονται και δεν ερμηνεύονται. Το ίδιο υποστηρίζει κι ο Σ. Κυριακίδης.
Στις βίζιτες που έκαμναν οι παλιοί Καστοριανοί στους Γιώργηδες και πρίν αρχίσει το λακαρντί, η πρώτη κουβέντα τους ήταν να ρωτήσουν τους άλλους, κι αυτόν που γιόρταζε, αν ζυγιάστηκαν και πόσες οκάδες τους έβγαλε το καντάρι. Το ίδιο και τα παιδιά, ρωτούσε το ένα τ’ άλλο, πόσες οκάδες είχαν και παινεύονταν εκείνο που ήταν βαρύτερο στους συνομήλικούς του.
Σχετικά με τη γιορτή αυτή κάτι λέγανε οι παλιοί Καστοριανοί για τον ύπνο. Οταν ήθελαν να μιλήσουν για ένα ύπνο ήσυχο, ατάραχο και χορταστικό έλεγαν: «Πλάγιασε να κοιμηθείς και τ’ Αγιωργιού να φέξει». Αυτό το έλεγαν σε κείνους που γύριζαν από μιά κοπιαστική δουλειά, απ’ τ’ αμπέλι, από κάποιο ταξίδι ή από το κυνήγι και το ψάρεμα κι ήταν πολύ κουρασμένοι. Και τέλος κάτι άλλο. Αυτοί που ζυγιάζονταν έτρωγαν ένα – δύο ξινά ρίκια!