Αποκριάτικες αναμνήσεις από το 1960 (Γράφει η Μαρούλα Βέργου Γκαμπέση)

Ο Κωστάκης, ο Νικολάκης, ο Τάκης κι ο Γιωργάκης ήταν τα αγόρια της γειτονιάς μας, τα οποία με το που έφθανε η περίοδος της  Απουκράς, που τους έβρισκες που τους έψαχνες, το σίγουρο ήτανε πως τριγυρίζανε τα απογεύματα κοντά στην πλαγιά του βουνού κοντά στη θέση ψαράδικα για να μαζεύουνε τσάκανα για τη μπουμπούνα της Κυριακής. Μέσα σε ένα δεκαήμερο είχαν ήδη συγκεντρώσει και αποθηκεύσει αρκετά στην παράγκα που βρίσκονταν στον κήπο μας. Αυτά τα αγόρια!! Λές και το είχαν στο αίμα τους. Οι μέρες εκείνες γι’ αυτά ήταν γεμάτες ενέργεια, κινητικότητα και ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την φύλαξη των τσάκανων. Αδίκως οι μανάδες τα φωνάζανε να συμμαζευτούν αλλά εκείνα μέχρι το σούρουπο πηγαινοέρχονταν μεταξύ βουνού και ξυλαποθήκης, αφήνοντας για φρουρό τον «καραμάνη», έναν σκύλο αδέσποτο, ο οποίος ως απεδείχθη έφερνε σε πέρας την αποστολή του…

Το ίδιο συνέβαινε με άλλα παιδιά σ΄ όλες τις γειτονιές της πόλης και το μεγάλο στοίχημα ανάμεσά  τους ήταν κοινό, μην κλέψει η μια ομάδα τα ξύλα της άλλης… Θυμάμαι τον αδελφό μου που ξυπνούσε μέσα στη νύχτα για να δει από το παράθυρο κάποια ύποπτη κίνηση, καθησύχαζε όμως γιατί ο φύλακας φρουρός βρίσκονταν στη θέση του και πιστός στο καθήκον του.

Το άναμμα της μπουμπούνας μας γίνονταν στη θέση μετά τα ψαράδικα, όπου υπήρχε άπλα και καμιά πενηνταριά γείτονες χαιρόμασταν το άναμμά της, τη ζεστασιά που σκορπούσε ολόγυρα –  γιατί χειμώνας ήταν πάντα – και τα ψηλά μικρά σημαδάκια φωτιάς που έσβηναν και πέφτανε ως στάχτη στη γη.

Σαν έμεναν τα αποκαϊδια, τα αγόρια πέρνανε φόρα και πηδούσανε πάνω από τη ζιάρη… και φώναζαν: Καίω τους εχθρούς (ποιους εννοούσαν άγνωστο…) ή καίω τους ψύλλους, που από πολύ παλιά κι άλλες ομάδες φώναζαν με τις δυνατές παιδικές φωνές τους πως καίνε τα έντομα αυτά τα καθόλου συμπαθητικά…

Στα 1960 με 1965

Κάθε γειτονιά από μόνη της φρόντιζε να αναβιώσει το έθιμο της μπουμπούνας. Ο Δήμος τότε δεν είχε ακόμη ανάμειξη στη διοργάνωσή του εθίμου, όπως και εμείς τα κορίτσια που δεν ανακατευόμασταν με τις αγορίστικες επιχειρήσεις… δείγμα πως σαν «αδύναμο φύλλο» έπρεπε να βλέπουμε τι κάνει η μάνα μας στην κουζίνα και πως τοιμάζει το φαγητό, τον χαλβά, τον χάσκαρη.

Η κότα με αρμιά, πολύ συνηθισμένο τότε φαγητό, και υπήρχε το λάχανο τουρσί στα τελευταία του, λόγω εποχής. Σε όλα τα σπίτια έφτιαναν οι νοικοκυρές τον σπιτικό σιμιγδαλένιο χαλβά, ενώ βράζανε τα αυγά για τον βραδινό χάσκαρη. Κάτι τέτοιες ώρες θυμόμαστε όσοι είχαμε αυτή την ανάμνηση να ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια, διότι ποτέ με το πρώτο δεν μπορούσαμε να χάψουμε το αυγό που γλιστρούσε και δεν μπορούσαμε να το αρπάξουμε στον αέρα. Μικροί και μεγάλοι συμμετείχαμε σ΄ αυτή την «δοκιμασία» γύρω από το γιορτινό βραδινό τραπέζι, με θειούς, θειές, γιαγιάδες και παππούδες.

Με το αυγό κατά την παράδοση και την ορθοδοξία, «έκλεινε» το στόμα μέχρι τη νύχτα του μεγάλου Σαββάτου, που θα ακούγαμε το «Χριστός Ανέστη» . Για τους μεγαλύτερους και ιδίως για τις γυναίκες αυτό ήταν σίγουρο πως η νηστεία θα τηρούνταν  οπωσδήποτε. Για τα παιδιά τα πράγματα ήταν πιο ήπια.

1960 – Στις μπουμπούνες της Απουκράς

Εκείνες τις μέρες ο Τζίμης και ο Καραμπατάκης είχανε τις μπίζνες τους με τους μικρούς πελάτες τους, τα αγόρια, που αγοράζανε καψούλια, που κάνανε κρότο, και κάτι πιστολάκια της φθήνιας. Ο ένας ήταν στο Τσαρσί  και ο άλλος δίπλα στο δεύτερο δημοτικό σχολείο. Τα μαγαζάκια τους είχανε για τα μάτια των παιδιών, ότι πιο ελκυστικό υπήρχε για τα γούστα τους. Σ΄ αυτά τα ψιλικατζίδικα ξεκινήσαμε να έχουμε αλισβερίσι με το χρήμα… και το πάρε δώσε. Το χαρτζιλίκι από δεκάρες, μισές δραχμές και ολόκληρες, κατέληγε εκεί, μένοντας ευχαριστημένα για τις αγορές μας…

2023… σαν ασπρόμαυρη ελληνική ταινία δείχνουν όσα περιγράψαμε σήμερα για τότε που είμασταν μικρά παιδιά. Να ευχηθούμε ολόκαρδα ΚΑΛΗ ΑΠΟΚΡΙΑ, καλή Σαρακοστή, καλή Καθαροδευτέρα…

Προσπαθήσαμε να ψάξουμε και να βρούμε για τα 60  περίπου χρόνια πριν τουλάχιστον, υλικό από αναμνήσεις παιδικές με τον γιορτασμό της Αποκριάς.

Η Καστοριά γιόρταζε πάντα με το άναμμα της μπουμπούνας τη βραδιά αυτή, χωρίς τις μεταμφιέσεις που συνηθίζονται σε άλλες περιοχές της πατρίδας μας τέτοιες ώρες.

Στις μεγάλες πλατείες της πόλης μας θα στηθούν οι μπουμπούνες, θα υπάρχουν κεράσματα και θα γίνει ο παραδοσιακός χάσκαρης. Μαζί με όλα αυτά μόνο για 30 δευτερόλεπτα ας σκεφτούμε, τον μακρινό πρόγονο που πρωτοάναψε χιλιάδες χρόνια πριν τη φωτιά που άλλαξε τη ζωή του. Και επειδή ζούμε αρμονικά μεταξύ της αρχαίας εκείνης περιόδου και της ορθοδοξίας, να ευχηθούμε όλη αυτή η περίοδος να περάσει με υγεία, με πίστη και καλοσύνη, συμμετέχοντας στη νηστεία και τους χαιρετισμούς που ακολουθούν, και πάλι καλή Σαρακοστή!

Ο γιορτασμός αυτών των ημερών είναι σημαντικός σταθμός για την προετοιμασία ων ανθρώπων κι ένας αποχαιρετισμός στην καλοφαγία των χειμωνιάτικων ωρών με τα μπόλικα λίπη και είναι καιρός να καθαρίσουμε το μέσα μας από τις τοξίνες.

Είναι όμως πολύ σπουδαίο να δούμε και τα σφάλματα και τα λάθη που γίνανε, ποιους λυπήσαμε, ποιους κατηγορήσαμε… ποιους αδικήσαμε. Γι αυτό η συγνώμη αυτές τις μέρες έχει να κάνει με την περίοδο αυτή – δεν είναι μόνο μια απλή λέξη – έχει τη βαθιά σημασία για το πόσο καθαρή είναι η ψυχή μας απο τις καθημερινές επαφές με άλλους ανθρώπους που κουβαλούν τα ίδια βάρη στον εσωτερικό τους κόσμο.

Κι ας κάνουμε κάθε μέρα για ένα λεπτό την αναφορά για το τι πετύχαμε…

Η μουμπούνα θα κάψει τα τσάκανα, τα καλάμια κι ότι άλλο ρουσκάδι… πέσει στη φωτιά…μακάρι να γινόταν να πάρει τα αποκαϊδια του εσωτερικού μας κόσμου, φορτωμένου με τις μικροψυχίες, τις αρνητικές σκέψεις, ώστε να αλαφρύνουμε κάπως από όσα μας παιδεύουνε…

Γιορτάζουμε τη μέρα αυτή, τιμώντας την περίοδο της Σαρακοστής, καθαρίζοντας έστω το σώμα μας από όλα εκείνα τα λιπαρά χειμωνιάτικα γιορταστικά ή μη εδέσματα, τηρώντας τη νηστεία αυτή μέχρις ότου τσουγκρίσουμε το αυγό της Ανάστασης.

Πίσω στο χρόνο και βαθειά, ο μακρινός πρόγονος περιμένει να ζεσταθεί από τη φωτιά που κατάφερε τελικά να ανάψει μόνος του και λίγο το λίγο ν΄ αλλάξει πολλά στη ζωή του. Βελτίωσε το φαϊ του, σε ώρες άκρατου ψύχους την άναβε για να ζεσταθεί και να επιβιώσει. Ο ίδιος έλιωσε αργότερα το σίδερο κι έφτιαξε αντικείμενα από ορυκτά… χρήσιμα στην καθημερινότητά του και αναγκαία για την προστασία του… Αντί για τις πέτρες και τα τόξα πήρε στα χέρια του μαχαίρια, ξίφη, δόρια….

Ουδέν καλόν… αμιγές κακού…

Μαρούλα Βέργου Γκαμπέση

(Η φωτο – Μπουμπούνα στο Ντολτσό – , από το φωτογραφικό λεύκωμα του αείμνηστου συμπολίτη μας Τάκη Ζιώγα: «Καστοριά  ΑΝΘΡΩΠΟΙ-ΛΙΜΝΗ-ΤΟΠΙΟ»)

Προηγούμενο Άρθρο

“Οι λιχουδιές της Όλγας”: Δείτε το σημερινό μενού 25/02

Επόμενο Άρθρο

Βράβευση του Ενιαίου Ειδικού Επαγγελματικού Γυμνασίου – Λυκείου Καστοριάς στον 19ο Διεθνή διαγωνισμό Ποίησης «Castello di Duino» (φωτο + video)

Τελευταία από ΑΠΟΨΕΙΣ